Ηλίας Πολυχρονόπουλος: δυο κουβέντες για τον καλό φίλο, φωτοζωγράφο και ποιητή, ο οποίος τιμά με την τέχνη του τις αναρτήσεις μου (-κείμενο που γράφτηκε με την ευκαιρία της έκθεσης φωτογραφίας του στους στρατώνες του Καποδίστρια, στο Άργος, καλοκαίρι 2012):


Κάθε που βρίσκομαι αντιμέτωπος με κάποιο από τα τεχνήματα του Ηλία, αναρωτιέμαι πόσοι χρωστήρες, πόσες παλέτες, πόσα χρώματα δύναται, επιτέλους, να χωρεί ο φακός του!
Πόση αυθάδεια, να θέλεις μ’ ένα κλικ να χαλιναγωγήσεις τον αφηνιασμό της φύσης, με μια σταγόνα να δημιουργείς κατεβασιά, ν’ αρμολογείς πλευρά από τον ταπεινό πηλό και να φυσάς πνοή στο άψυχο, στο ασάλευτο.
Το γήρας και η κατάντια, η μοναξιά και η μοναχικότητα, η αλαζονεία της νιότης, η γένεση και ο χαμός, το πείσμα και η φθορά, είναι τινά των περασμάτων όπου στήνει την ενέδρα του ο καλλιτέχνης στον χρόνο: τον καταλαμβάνει εξ’ απήνης, τον τάμει κι αποσπά τα φυλλοκάρδια της στιγμής για να τα αναρτήσει στον πίνακα του εσαεί παρόντος.
Ο Πολυχρονόπουλος ακροβατεί επιδεικτικά, συχνά προκλητικά, από καθρέφτη σε καθρέφτη των εγχρώμων τε και ασπρόμαυρων ονείρων μας, μας απευθύνει λόγο δηκτικό και κάλεσμα ταράσσον την ανεμελιά μας, τη βολή και τη βουλή μας.
Ζωγραφίζει με τη γροθιά και με το χάδι, αναστατώνει, αντιστρέφει, αναποδογυρίζει, αναδεικνύει και καθαίρει.
Μιλώ για τις προθέσεις του. Για τις κινήσεις του.
Τα έργα του λαλούνε από μόνα τους: σε όσους δύνανται ν’ ακούσουν.
Το νου μας!
                                                            ΦωτοΜότσης